τραγούδι: Κάλλια Σπυριδάκη - Δημήτρης Αποστολάκης
στίχοι - μουσική: Δημήτρης Αποστολάκης
Ν' ανέβαιν' από την καρδιά στα χείλη το φαρμάκι
να δεις πως το κατέβαζα με μιά γουλιά κρασάκι.
Νά 'τανε η καρδούλα μου ένα μικιό φουρνάκι
να γίνει το παράπονο με μιάς οφτό αρνάκι.
Όλα σου καλά μα ζητάς πολλά δεν είναι πάντα Κυριακή
αχ και νάχαμε, ήντα νάχαμε; Δυό καρύδια και μιά ρακή.
Νά 'τανε ξόμπλια οι άνθρωποι στου αργαλειού τα χτένια
θά 'τανε κι η κουβέντα μας κλωστή μαλαματένια.
Νά 'ταν δεκάρες οι καημοί στον τενεκέ του κόσμου
να δεις πως θα τσι σκόρπιζα μ' ένα παλέτι, φως μου.
Όλοι έχουμε τα μεράκια μας άλλος λίγο κι άλλος πολύ
να μπορούσαμε να χωρούσαμε στου παράδεισου την αυλή.
Αντερογαρδουμοσκωτοφλεμονoκάπουλά σου
ποτέ δεν τα κατάλαβα τα λόγια τα δικά σου.
Νά 'θελα πρόβαινες κυρά στ' όνειρο ανάρια-ανάρια
θά 'ταν η σκέψη μου η θολή σαν το νερό καθάρια.
Μη μαραίνεσαι μα να φαίνεσαι μες τση θύμησης τ' αχνό
μην πειράζεσαι και μη νοιάζεσαι που όταν τραγουδώ πονώ.
μικιό: μικρό
οφτό: κρέας ψημένο στη φωτιά
ήντα: τί
ξόμπλι: στολίδι
παλέτι: δισκοειδής πέτρα με την οποία παιζόταν το παιχνίδι παλέτια ή
αμάδες
Αντερογαρδουμοσκωτοφλεμονοκάπουλα: Κρητικός γλωσσοδέτης
προβαίνω: παρουσιάζομαι
ανάρια-ανάρια: αχνά, μόλις που
καθάριος: καθαρός